Μέσα στο λαμπερό του όστρακο, με το εμβληματικό του σχήμα συνδεδεμένο με διάφορους μύθους, τον Αγ. Ιάκωβο (εξ ου και Saint Jacques για τους Γάλλους) και την γονιμότητα (βλέπε και την γέννηση της Αφροδίτης απ’ το όστρακο στον πίνακα του Μποτιτσέλι ), κρύβεται το σώμα τού -κατά περίπτωση και εποχή- ερμαφρόδιτου ασπόνδυλου οργανισμού.
Το φαγώσιμο μέρος του αποτελεί ο κυλινδρικός προσαγωγός μυς του χτενιού, ο οποίος του επιτρέπει να κολυμπάει (είναι δε απ’ τους καλούς κολυμβητές), να αντιδρά στα ερεθίσματα που του παρέχουν τα 100 του μάτια, να ανοιγοκλείνει για να τρώει πλαγκτόν και γενικώς να κινείται. Ο μυς αυτός είναι σαρκώδης, λευκός, ζουμερός και μαλακός. Συχνά ωστόσο τρώμε και το κοράλι, το λευκό ή κόκκινο κομμάτι του, που επίσης είναι μαλακό. Στην Ελλάδα και κυρίως στην Εύβοια και την Μυτιλήνη τα χτένια είναι μικρά, αλλά πολύ νόστιμα. Τρώγονται κυρίως ψητά με λίγο λεμόνι ή με ένα ελαφρύ, διακριτικά αρωματισμένο ξύδι. Μαγειρεύονται με πολλούς τρόπους, από απλούστατους έως τους πιο περίτεχνους και ποτέ δεν προσφέρονται ωμά. Με το μισό τους κέλυφος τα βάζουμε στο γκριλ με λίγο βούτυρο σκόρδο και μυρωδικά για 2'-3΄. Αλλιώς, τα βγάζουμε από τα κελύφός τους αφαιρώντας τη μαύρη σακουλίτσα τους και τα σοτάρουμε με λίγο βούτυρο, λεμόνι, μυρωδικά. Έτσι τρώγονται σκέτα ή μέσα σε ζυμαρικά ή πιάτα με ρύζι. Αποφεύγουμε σάλτσες με ντομάτα γιατί σκεπάζει τη γεύση τους. Αντίθετα, τους ταιριάζει το βούτυρο και η κρέμα γάλακτος ή σάλτσες με βάση το αβγό. Επιδέχονται λίγο παραπάνω ψήσιμο από τα υπόλοιπα όστρακα.